Λίγο πριν τη συμμετοχή του στο ROUT CLASSIC 100 MILES, τον Οκτώβριο, ο Μάριος Κασάπης αφηγείται την εμπειρία του στο Lavaredo Ultra Trail by UTMB, τον Ιούνιο 2025:
"Στα τέλη Ιουνίου βρέθηκα στους μαγικούς ιταλικούς Δολομίτες για να ζήσω μια από τις πιο απαιτητικές προκλήσεις της μέχρι τώρα πορείας μου στο ορεινό τρέξιμο: τον Lavaredo Ultra Trail by UTMB, έναν αγώνα 80 χιλιομέτρων με +4.600 υψομετρικά.
Ήταν ο μεγάλος στόχος μου για το 2025. Όμως η εμπειρία που έζησα δεν ήταν απλώς ένας ακόμη σταθμός· ήταν μια συνεχής μάχη με τη ζέστη, την εξάντληση, τον πόνο, αλλά και με τον ίδιο μου τον εαυτό. Ένας αγώνας που με ανάγκασε να διαχειριστώ περισσότερα απ’ όσα είχα φανταστεί και που, τελικά, μου χάρισε στιγμές που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στη μνήμη.
Ξεκινήσαμε το πρωινό του Σαββάτου, με λεωφορείο από την Cortina προς την Val Marzon Auronzo di Cadore, εκεί όπου βρισκόταν η αφετηρία. Στις 07:00 π.μ. δόθηκε το σήμα για την έναρξη και κατευθείαν μας περίμενε μια ανάβαση +1000 μέτρων στα πρώτα μόλις 7 χλμ. Ένα ξεκίνημα που έδειχνε από νωρίς πως τίποτα δε θα ήταν εύκολο.
Μία ώρα αργότερα, η ζέστη ήταν ήδη αφόρητη. Με τον πρώτο σταθμό στα 25 χλμ, η σωστή διαχείριση νερού και τροφής δεν ήταν απλώς σημαντική· ήταν ζήτημα επιβίωσης. Έφτασα εκεί ταλαιπωρημένος και το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να σκύψω το κεφάλι κάτω από το παγωμένο νερό. Ήταν η μόνη μου ελπίδα να «ρίξω θερμοκρασία» και να ξαναβρώ δυνάμεις.
Ανανεωμένος, με γεμάτα φλασκιά και λίγη τροφή, ξεκίνησα για τον επόμενο σταθμό στα 34 χλμ. Εκεί αισθανόμουν καλύτερα και έκανα σύντομο πέρασμα. Όμως τα δύσκολα δεν είχαν έρθει ακόμα.
Στο κομμάτι προς τα 54 χλμ, με τα υψομετρικά να φτάνουν πλέον τα +3500, ο αγώνας μετατράπηκε σε κόλαση. Η ζέστη αδυσώπητη, το τοπίο αλπικό αλλά γυμνό, με πέτρες παντού, σαν έρημος. Δεν θυμάμαι πόσες φορές γέμισα τα φλασκιά μου από ρυάκια, πόσες φορές βούτηξα κεφάλι, αυχένα και πρόσωπο στο νερό για να συνεχίσω. Ο ήλιος έκαιγε κάθε εκατοστό του κορμιού μου.
Όταν έφτασα επιτέλους στον σταθμό, το μόνο που μπορούσα να ζητήσω ήταν μια σούπα. Οτιδήποτε άλλο μου φαινόταν αδύνατο να κατέβει.
Με 26 χιλιόμετρα να απομένουν, έβαλα ξανά στο μυαλό μου τον στόχο που είχα συζητήσει με τον coach μου, τον Γιώργο: να τερματίσω κάτω από τις 13 ώρες. Εκείνη τη στιγμή, για πρώτη φορά, φάνηκε εφικτό.
Φτάνοντας στον σταθμό των 64 χλμ, το πλήθος χειροκροτούσε και φώναζε. Η ενέργειά τους μάς σήκωσε όλους στα πόδια. Ήταν η σπίθα που χρειαζόμουν για να δώσω ό,τι είχε απομείνει.
Ο τελευταίος σταθμός στα 70 χλμ, με +4500 υψομετρικά συνολικά, σήμανε ότι απέμεναν 10 χιλιόμετρα κατηφορικά. Όμως τίποτα δεν ήταν απλό: ρίζες, απότομες κατηφόρες, τεχνικά μονοπάτια. Οι πατούσες μου γεμάτες φουσκάλες, ο πόνος έντονος. Κι όμως, ο ρυθμός μου ήταν λες και μόλις ξεκινούσα.
Όταν πάτησα άσφαλτο και μπήκα στην Cortina, το σκηνικό άλλαξε εντελώς. Ο κόσμος ήταν τόσος και τόσο ενθουσιώδης που ένιωθες σαν να μπαίνεις σε γιορτή. Ο τερματισμός δεν ήταν απλώς το τέλος ενός αγώνα· ήταν μια στιγμή που θα κουβαλάω για πάντα.
Τερμάτισα σε 12:52. Κάτω από τον στόχο, αλλά πάνω απ’ όλα με την αίσθηση ότι έζησα κάτι πραγματικά μοναδικό.
Ο Lavaredo δεν ήταν απλώς μια δοκιμασία αντοχής. Ήταν ένα μάθημα διαχείρισης, ανθεκτικότητας και ψυχικής δύναμης.
Μαθαίνεις να ακούς το σώμα σου, να σέβεσαι το βουνό, να παλεύεις με τις συνθήκες, αλλά και να βρίσκεις ενέργεια εκεί που νομίζεις ότι δεν υπάρχει.
Ένας τέτοιος αγώνας σου θυμίζει ότι στο τέλος της ημέρας, αυτό που μετράει δεν είναι μόνο ο χρόνος. Είναι οι εικόνες, τα συναισθήματα, οι άνθρωποι που σε στήριξαν και πάνω απ’ όλα, το ταξίδι που έζησες μέχρι να περάσεις τη γραμμή του τερματισμού."