Βλέπω τελευταία, όπως κάθε καλοκαίρι, μια εικόνα ίδια να επαναλαμβάνεται: άτομα που μόλις ξεκινούν να ασχολούνται με το τρέξιμο, δηλώνουν συμμετοχή στον Μαραθώνιο Αθηνών. Ή, ακόμα χειρότερα, ξεκινούν να προπονούνται το καλοκαίρι για πρώτη φορά, επειδή δήλωσαν συμμετοχή για τον Μαραθώνιο Αθηνών.

Γιατί;

Για να τον τερματίσουν. Για να το "έχουν κάνει". Ακόμα κι αν χρειαστεί να περπατήσουν τη μισή ή και όλη τη διαδρομή.

Αυτό που με προβληματίζει ως προπονητή και ως αθλητή, δεν είναι η επιθυμία να συμμετέχεις και να ολοκληρώσεις κάτι μεγάλο. Είναι η ανάγκη να φτάσεις στο τέλος χωρίς να έχεις περπατήσει τη διαδρομή, να "πηδήξεις" βήματα κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Για να τα βάλουμε σε μια σειρά...

Ο μαραθώνιος δεν είναι η αρχή, δεν είναι το "βάζω έναν τρελό στόχο για να ξεκινήσω". Είναι η φυσική κατάληξη μιας πορείας που έχει περάσει από στάδια: σταθερότητας, αυτογνωσίας, στόχων, ήττας, συνέπειας.

Όταν ξεκινάς να τρέχεις, ο πρώτος σου στόχος δεν πρέπει να είναι μια απόσταση. Ο πρώτος σου στόχος είναι να γνωρίσεις τον εαυτό σου μέσα από το τρέξιμο. Να δεις τι σημαίνει να αφουγκράζεσαι το σώμα σου, να σέβεσαι την κόπωσή του, να εκπαιδεύεις τη θέλησή σου και να αποδέχεσαι τα όριά σου. Να γνωρίσεις πως είναι να τρέχεις τα 5, τα 10, τα 15 χιλιόμετρα. Ένα βήμα την φορά, να κατακτάς την απόσταση και να την κάνεις δικιά σου με ασφάλεια, σεβασμό και στον χρόνο που σου ζητάει το σώμα σου. Εκεί χτίζεται η εσωτερική σου βάση.

Και το κυριότερο:

Να μάθεις να ξεχωρίζεις την εσωτερική ανάγκη από την εξωτερική επιβεβαίωση.
Ο μαραθώνιος δεν είναι το "πέρασα τη γραμμή". Είναι το "έμαθα ποιος είμαι σε κάθε γραμμή που πλησίασα".

Η προσπάθεια για μαραθώνιο χωρίς επαρκή προετοιμασία, χωρίς σώμα που να αντέχει τέτοια καταπόνηση, χωρίς κατανόηση του τι σημαίνει 42 χιλιόμετρα στον αστικό δρόμο, δεν είναι τόλμη, δεν είναι θάρρος, δεν είναι επίτευγμα, είναι ρίσκο.
Το σώμα έχει τη δική του αλήθεια και το δικό του ρυθμό. Και όταν προσπαθούμε να το αναγκάσουμε να αποδείξει κάτι, απλώς για να ικανοποιήσουμε μια ματαιόδοξη αφήγηση, πληρώνουμε το κόστος: τραυματισμοί, υπερκόπωση, υποχώρηση ψυχικής διάθεσης.

Το τρέξιμο, όπως και κάθε αληθινή διαδικασία προσωπικής ανάπτυξης, δεν είναι κάτι που "καταναλώνεται". Δεν είναι εμπειρία-τρόπαιο.
Είναι χώρος αυθεντικής επαφής με τον εαυτό μας. Και για να τον σεβαστείς, πρέπει να μπεις μέσα σε αυτόν τον χώρο σιγά-σιγά.
Με παρουσία. Με συνέπεια. Με αποδοχή. Με ταπεινότητα.
Αντί να ξεκινάς για να αποδείξεις ότι μπορείς, ξεκίνα για να μάθεις ποιος είσαι όταν προσπαθείς.

Ο Μαραθώνιος μπορεί να είναι ένας σταθμός στο μέλλον. Αλλά ως αποτέλεσμα μιας σχέσης, όχι ως το καπέλο ενός στόχου που δεν έχει ρίζες.

‍Στην άλλη πλευρά αυτής της ιστορίας υπάρχει και ο προπονητής...

Πολλές φορές δεν είναι μόνο ο αθλούμενος που αναζητά αποδοχή μέσα από μια υπέρβαση, αλλά και εκείνος που τον καθοδηγεί.

Ο ρόλος μας, ως επαγγελματίες, κουβαλάει εμπιστοσύνη, επιρροή και ευθύνη. Και ακριβώς γι’ αυτό, όταν δεν συνοδεύεται από εσωτερική επίγνωση, μπορεί να μετατραπεί σε εργαλείο προβολής του δικού μας Εγώ, εις βάρος του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας.

Στον κόσμο του μαραθωνίου και γενικά της αντοχής έχω παρατηρήσει πολλές φορές προπονητές να "σπρώχνουν" ερασιτέχνες αθλητές στον Μαραθώνιο, χωρίς να εξετάζουν αν το σώμα, η ψυχή ή η ζωή τους είναι έτοιμη να το αντέξει. Και στην περίπτωση του προπονητή δεν χωράει η δικαιολογία της άγνοιας. Ο προπονητής έχει την γνώση.
Γνωρίζει τη φυσιολογία, τη διαδικασία προσαρμογής, την έννοια του φορτίου, της κόπωσης, του χρόνου ανάκαμψης. Γνωρίζει το ρίσκο του υπερβάλλοντα ζήλου.
Κι όμως, σε πολλές περιπτώσεις, όλα αυτά μπαίνουν στην άκρη για να φτάσει κάποιος "από το μηδέν στο σαράντα δύο" σε λίγους μήνες. Είναι συχνά θέμα ματαιοδοξίας. Η ματαιοδοξία του προπονητή μπορεί να κρύβεται πίσω από ωραία λόγια: «του δίνω κίνητρο», «τον βοηθάω να ξεπεράσει τον εαυτό του», αλλά όταν δεν υπάρχει ουσιαστική βάση, όταν η στόχευση ξεπερνά την αντοχή, τότε δεν τον ξεπερνά τον εαυτό του, τον χάνει.

Γιατί όμως;

Γιατί κάθε “μαραθώνιος” στο ενεργητικό του προπονητή, χτίζει το προφίλ του.
Γιατί ένας αθλητής με “μεγάλο στόχο” ανεβάζει το brand.
Γιατί πίσω από την πρόφαση του "ονείρου του αθλητή”, μπορεί να κρύβεται η ανεκπλήρωτη ανάγκη του ίδιου του προπονητή να αναγνωριστεί.

Ο ερασιτέχνης, κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε, έχει δικαίωμα στην άγνοια. Δεν ξέρει τι σημαίνει 42 χιλιόμετρα. Δεν έχει ζυγίσει το σωματικό και ψυχικό κόστος. Μπορεί να παρασυρθεί, να ρομαντικοποιήσει, να θέλει να ανήκει. Εμείς όμως, με την υποχρέωση που μας επιβάλλει η γνώση, οφείλουμε να προστατέψουμε, να εκπαιδεύσουμε, να προσανατολίσουμε τον άνθρωπο.
Όχι να ικανοποιήσουμε το δικό μας Εγώ μέσα από τις υπερβάσεις των άλλων.

Ο ψυχισμός του αθλητή δεν είναι "δευτερεύων"

Ένας άνθρωπος που ωθείται πρόωρα προς έναν μαραθώνιο:

  • μπορεί να τραυματιστεί σωματικά, με τρόπους μη αναστρέψιμους
  • μπορεί να εξαντληθεί ψυχολογικά και να ταυτίσει το τρέξιμο με αποτυχία, φόβο ή ματαίωση
  • μπορεί να αισθανθεί ανεπαρκής επειδή "δεν άντεξε", ενώ η αλήθεια είναι πως δεν έπρεπε να είχε βρεθεί εκεί εξαρχής

Η ψυχολογική κόπωση, η πίεση να αποδείξεις, το αίσθημα ότι απογοητεύεις τον προπονητή σου ή τους φίλους σου που σε θαυμάζουν για τον στόχο που έβαλες, είναι συχνά αόρατες αλλά ισχυρές δυνάμεις που δρουν εσωτερικά.

Ο ερασιτέχνης δεν έχει ψυχολογική υποστηρικτική ομάδα γύρω του. Δεν έχει φυσικοθεραπευτές, ούτε μηχανισμούς αποκατάστασης. Έχει τη ζωή του, τη δουλειά του, τις ευθύνες του. Κι εμείς, ως προπονητές, έχουμε την ευθύνη να προσαρμόζουμε τον στόχο στο σύνολο της πραγματικότητάς του, όχι μόνο στην προπονητική του απόδοση.

Τι σημαίνει να είσαι πραγματικά καλός προπονητής

Ένας καλός προπονητής δεν βγάζει απλώς “μαραθωνοδρόμους”. Βοηθά τον αθλητή να:

  • βρει τον ρυθμό του
  • συνδεθεί με τη διαδικασία
  • σεβαστεί το σώμα του
  • αναγνωρίσει τη δική του μοναδική διαδρομή

Ένας καλός προπονητής ξέρει πότε να πει “ναι” στον στόχο και πότε να πει “όχι ακόμα”. Και αυτό δεν είναι αποτυχία, είναι σεβασμός.
Σεβασμός στον άνθρωπο. Στο σώμα. Στην αλήθεια της στιγμής.

Τροφή για σκέψη για προπονητές και αθλούμενους

-Αγαπάς το τρέξιμο;
-Θα σκεφτόσουν τη συμμετοχή στον Μαραθώνιο της Αθήνας, αν τον έτρεχαν μόνο 200 άτομα και δεν είχε καθόλου κόσμο να χειροκροτά σε ένα κατάμεστο Καλλιμάρμαρο, καμία μουσική στον τερματισμό και καμία προβολή στα social media;

Αν αγαπάς πραγματικά το τρέξιμο, μην το κάνεις σύμβολο προσωπικής καταξίωσης. Κάν’ το γέφυρα σύνδεσης με τον εαυτό, καν' το μονοπάτι χωρίς τέλος, με εικόνες, εμπειρίες, ενδιάμεσους σταθμούς (για σένα ή για τον αθλητή σου).
Και να θυμάσαι: ο μεγαλύτερος στόχος δεν είναι ο μαραθώνιος.
Είναι να παραμείνει ο άνθρωπος σε επαφή με το σώμα του, την ψυχή του και τη χαρά της κίνησης  για χρόνια.

Γιώργος Λουφέκης

BSc Αθλητικές Επιστήμες
cMSc Βελτιστοποίηση αθλητικής απόδοσης
cMSc Συνθετική Συμβουλευτική & Ψυχοθεραπεία

Τα τελευταία Μας Άρθρα